Τετάρτη 29 Σεπτεμβρίου 2010

Επιστολή ΓΣΕΒΕΕ προς τον Υπουργό Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου

Επιστολή με τις προτάσεις της έστειλε η ΓΣΕΒΕΕ στον Υπουργό Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου αναφορικά με την “Νομοθετική πρωτοβουλία για την εκούσια ρύθμιση φορολογικών υποθέσεων του παρελθόντος και στη ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο”.
Συγκεκριμένα στην επιστολή της ΓΣΕΒΕΕ αναφέρονται τα ακόλουθα:
Η ΓΣΕΒΕΕ δεν μπορεί να συμφωνήσει επί της αρχής σε οποιαδήποτε μορφής Υποχρεωτικής Διαδικασίας Περαίωσης Ανέλεγκτων Χρήσεων, στην οποία.....
δεν λαμβάνονται υπ΄ όψιν τα πραγματικά δεδομένα της επιχείρησης : κέρδη –ζημιές - επενδύσεις.
Ο έλεγχος των Βιβλίων και Στοιχείων των επιχειρήσεων θα πρέπει να γίνεται όπως και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες : Δειγματοληπτικός με διαφανείς και αντικειμενικές διαδικασίες. Η δε φορολογική μνήμη να μην υπερβαίνει τα Τρία έτη.
Η Ελληνική Πραγματικότητα είναι όμως τελείως Διαφορετική.
Οι διαδικασίες ελέγχου που έχουν επιλεγεί εδώ και Δεκαετίες από την Πολιτεία, είναι αδιαφανείς και πολύπλοκες και το χειρότερο είναι ότι ανά τακτά χρονικά διαστήματα επιμηκύνεται ο χρόνος παραγραφής. Οι διαδικασίες αυτές αφενός κρατούν σε ομηρία τις επιχειρήσεις με έως και δεκαετούς διάρκειας ανέλεγκτες χρήσεις, αφετέρου προάγουν την συνδιαλλαγή και παραβατικότητα (εκούσια ή ακούσια) λόγω και των πολύπλοκων διατάξεων τόσο των εγκυκλίων όσο και του Κ.Β.Σ. (Πανευρωπαϊκή Πρωτοτυπία).
Είναι κοινή και διαπιστωμένη, μέσα και από έρευνες, η πεποίθηση ότι οι φορολογικές υποχρεώσεις προς την Πολιτεία ΔΕΝ είναι αντικείμενο που προκύπτει μόνο από κάποιο Νόμο. Οι φορολογικοί Νόμοι προσδιορίζουν μια “προκαταβολή”, τα “έναντι” που πρέπει να καταβάλουν οι επιχειρήσεις. Το τελικό ποσό προκύπτει μετά από χρόνια, όταν γίνουν τελικά οι έλεγχοι με την υποκειμενική κρίση του ελεγκτικού μηχανισμού.
Το δε κόστος της τελικής φορολογικής διεκπεραίωσης και συμμόρφωσης είναι υπερδιπλάσιο από αυτό που προσδιορίζουν οι κατά Νόμο φορολογικοί συντελεστές.
Σύμφωνα και με δημοσιευμένες έρευνες, οι διαδικασίες αυτές δημιουργούν αβεβαιότητα και επιχειρηματική αστάθεια. Δεν γνωρίζει ο επιχειρηματίας τα τελικά κέρδη της επιχείρησης, ώστε να κάνει τον ανάλογο προγραμματισμό. Αναμένει για χρόνια τον τελικό προσδιορισμό. Οι διαδικασίες αυτές είναι προφανές ότι εκτός όλων των άλλων οδηγούν και σε παραβατικότητα διαφόρων μορφών.
Σε όλα αυτά πρέπει να μπει ένα τέλος. Να υπάρξει μια νέα αρχή ή τουλάχιστον να επιχειρηθεί.
Είναι σίγουρο ότι το όλο σύστημα και οι διαδικασίες ελέγχου πρέπει να αναθεωρηθούν ριζικά. Αλλά και να απαλλαγούν οι επιχειρήσεις από το άγος πολύχρονων ανέλεγκτων χρήσεων και υποκειμενικών ή και πελατειακών ελέγχων.
Αυτές είναι οι βασικές αιτίες του “κακού” που πρέπει ν΄ αντιμετωπιστούν, ώστε να οικοδομηθεί και η φορολογική συνείδηση. Σε αυτές τις κατευθύνσεις πρέπει να είναι και οι προτάσεις και η κριτική και ΟΧΙ στην εξάντληση μιας εφήμερης και πολλές φορές υποκριτικής κριτικής για το αν είναι καλή ή όχι η περαίωση.
Προτάσεις με περίσκεψη και αυτοκριτική από όλους μας που θα οικοδομούν σταδιακά την φορολογική συνείδηση όλων των πολιτών : ελεγχομένων, ελεγκτών και νομοθετούντων.
Σε ότι αφορά τις ανέλεγκτες χρήσεις, το σύστημα της αυτόματης διαδικασίας ελέγχου που προτείνεται από το Υπουργείο (περαίωση) θα πρέπει, για να γίνει τουλάχιστον ανεκτό, να έχει τέσσερα βασικά χαρακτηριστικά :
1. Να είναι ΑΠΟΛΥΤΑ Προαιρετικό. Να αποτελεί δηλ. ένα δεύτερο Πυλώνα διαδικασίας ελέγχου, εκτός της συνήθους, υπάρχουσας διαδικασίας του δειγματοληπτικού τακτικού ελέγχου.
2. Να λαμβάνει υπ΄ όψιν την παρούσα εξαιρετικά δύσκολη οικονομική συγκυρία για τις επιχειρήσεις. Θα υπάρξουν επιχειρήσεις που θα προκρίνουν την διαδικασία της αυτόματης περαίωσης, αλλά δεν θα μπορέσουν τελικά και να την επιλέξουν, λόγω αδυναμίας πληρωμής υψηλών εισφορών.
Οι Συντελεστές δηλ. που καθορίζουν τις χρηματικές καταβολές, αλλά και οι δόσεις αποπληρωμής που κατ΄ αρχάς προτείνονται από το Υπουργείο Οικονομικών, πρέπει να αναθεωρηθούν.
3. Να μην εμπλακούν στην έκτακτη αυτή διαδικασία περαίωσης και οι Μικρές επιχειρήσεις που έχουν επιλέξει τα τελευταία χρόνια την μόνιμη διαδικασία της αυτοπεραίωσης.
Σε αντίθετη περίπτωση η αξιοπιστία της όλης διαδικασίας θα τρωθεί και θα αποτρέψει καθοριστικά την επιλογή της προτεινόμενης περαίωσης.
4. Να ληφθεί υπ΄ όψιν ότι σε πολλές κατηγορίες επιχειρήσεων (καπνικά, βενζινάδικα, περίπτερα), το ύψος του τζίρου διαμορφώνεται κύρια από τους επιβαλλόμενους φόρους (μεγάλοι φόροι, πολύ μικρά κέρδη). Στις περιπτώσεις αυτές πρέπει να υπάρξει ειδική κατηγοριοποίηση των συντελεστών που προσδιορίζουν την χρηματική καταβολή.


Ειδικές επιμέρους παρατηρήσεις


1. Όσο αφορά τις επιχειρήσεις οι οποίες συμμορφώθηκαν ήδη με τον νόμο περί αυτοπεραίωσης, πρέπει στην παρούσα ρύθμιση να ορισθεί ρητά ότι “όσοι έχουν υπαχθεί στην αυτοπεραίωση θεωρούνται περαιωμένοι”. Μπορούν να εξαιρεθούν, πάντα προαιρετικά, τυχόν λανθασμένες αυτοπεραιώσεις με αίτηση της επιχείρησης.
2. Πρέπει να καταργηθεί στο παρόν σχέδιο από τις εξαιρούμενες υποθέσεις η περίπτωση θ) του σχεδίου, όπου οι υποθέσεις επιτηδευματιών φυσικών προσώπων τα οποία με βάση τα στοιχεία του περιουσιολογίου έτους 2008 υπάγονται σε Φορολόγηση Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας (ΦΜΑΠ). Μπορεί κάλλιστα να περαιώσουν τα έτη και να παραμείνει ανοικτό μόνο το θέμα της Ακίνητης περιουσίας με κατάλληλη ρύθμιση.
3. Στη ρύθμιση πρέπει να υπαχθούν και υποθέσεις στις οποίες οι υπόχρεοι δεν είχαν μέχρι 31.10.2010 υποβάλλει δηλώσεις ΦΠΑ και εισοδήματος, με την παροχή δυνατότητας υποβολής εκπρόθεσμης δήλωσης μέσα σε συγκεκριμένη προθεσμία.
4. Οι επιχειρήσεις, για λόγους που καθορίζονται από τις οικονομικές τους δυνατότητες, να μπορούν να επιλέξουν τον αριθμό των ανέλεγκτων χρήσεων. Να μην είναι υποχρεωμένες για να υπαχθούν στην διαδικασία να περαιώσουν όλες τις ανέλεγκτες χρήσεις τους.
5. Πρέπει να δοθεί η δυνατότητα του συμψηφισμού ποσών περαίωσης με ποσά απαιτήσεων από το Δημόσιο.
6. Η ζημία του τελευταίου περαιωμένου έτους θα πρέπει να αναγνωρίζεται και να μεταφέρεται στην επόμενη χρονιά.
7. Για τις ρυθμιζόμενες, σύμφωνα με την προτεινόμενη διαδικασία περαίωσης υποθέσεις, πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα επιστροφής τυχόν πιστωτικού υπολοίπου Φ.Π.Α. που αφορά τα ρυθμιζόμενα έτη και μεταφοράς του τυχόν πιστωτικού υπολοίπου του τελευταίου ρυθμιζόμενου έτους για συμψηφισμό, στο επόμενο έτος.
8. Το ποσοστό με το οποίο πρέπει να πολλαπλασιάζονται τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα να μειωθεί από 2% σε 1%.
Ανάλογη μείωση πρέπει να γίνει και στις ειδικές κατηγορίες :
α) με συντελεστή : τρία τοις χιλίοις (3‰)
Κ.Α. 4214: έμπορος(πρατήριο) Βενζίνης και πετρελαίου
Κ.Α. 5402: πρατήριο χονδρικής πωλήσεως προϊόντων καπνοβιομηχανίας.
Κ.Α. 5402: έμπορος προϊόντων καπνοβιομηχανίας χονδρικώς, και να συμπεριληφθούν και τα περίπτερα.
β) με συντελεστή : έξι τοις χιλίοις (6‰)
Κ.Α. 4235: έμπορος πετρελαίου θέρμανσης διανομή κατ΄ οίκον.
9. Στην περίπτωση ύπαρξης παραβάσεων τα ποσοστά των περιπτώσεων α, β, γ του σχεδίου της ρύθμισης να μειωθούν σε 10%, 20% και 30%.
10. Τα ελάχιστα ποσά ανά κατηγορία Βιβλίων πρέπει να μειωθούν κατά το ήμισυ.
11. Η προκαταβολή της ρύθμισης από 25% πρέπει να μειωθεί σε 10%. Η δε ημερομηνία 12/11/2010 δεν είναι ρεαλιστική για την αποστολή των σημειωμάτων. Πρέπει να μεταφερθεί τουλάχιστον στις 15-12-2010. Ανάλογες προβλέψεις πρέπει να γίνουν και στην κατεύθυνση της επιμήκυνσης των μηνιαίων δόσεων που αφορούν στην καταβολή των οφειλών.
12. Στις παραβάσεις του Κ.Β.Σ. που επαυξάνουν τον φόρο περιλαμβάνεται και η μη επίδειξη των θεωρημένων Βιβλίων στον Τακτικό ή Προληπτικό Έλεγχο. Θεωρούμε ότι είναι μη ουσιώδης παράβαση για να επισύρει επαύξηση φόρου. Πρέπει επίσης να ορισθεί κάποιο όριο για τις παραβάσεις του ΚΒΣ.
13. Στη διαδικασία της περαίωσης δεν πρέπει να ενταχθούν επιχειρήσεις που εξέδωσαν πλαστά τιμολόγια.